υπονατριαιμία

υπονατριαιμία
η, Ν
ιατρ. ελάττωση τού περιεχόμενου στο αίμα νατρίου, η οποία εκδηλώνεται με την κλινική εικόνα τής νατριοπενίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. hyponatremia].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • αφυδάτωση — Διαδικασία με την οποία απομακρύνεται το νερό (ύδωρ), το οποίο σε πολυάριθμες ουσίες είναι στενά συνδεδεμένο με τη μοριακή τους δομή (ύδωρ κρυστάλλωσης): Στην περίπτωση της αφαίρεσης του νερού που απλώς έχει απορροφηθεί γίνεται λόγος για ξήρανση …   Dictionary of Greek

  • υποχλωριαιμία — η, Ν ιατρ. ελάττωση τού χλωρίου που περιέχεται στο αίμα, η οποία εμφανίζεται συνήθως μαζί με υπονατριαιμία. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. hypochloremia] …   Dictionary of Greek

  • ψευδοουραιμία — και ψευδουραιμία, η, Ν ιατρ. κλινική εικόνα ουραιμίας, που οφείλεται όμως σε οίδημα ή σε ισχαιμία τού εγκεφάλου, σε υπονατριαιμία ή σε εκλαμψία. [ΕΤΥΜΟΛ. < ψευδ(ο) * + ουραιμία. Η λ. είναι αντιδάνεια, πρβλ. γαλλ. pseudouremie] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”